Ενοριακός Ναός Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης - Τιμίου Σταυρού
Ο ενοριακός ναός του Μεταξοχωρίου, παλαιότερα Παρσά, βρίσκεται στο κέντρο του οικισμού σε πανοραμική θέση με υψόμετρο 561 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας, και είναι αφιερωμένος στους προστάτες του χωριού Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη και στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού. Το 1907, σύμφωνα με έγγραφο του Δήμου Μαλλών, στον οποίο υπαγόταν τότε ο Παρσάς, στον οικισμό ζούσαν 53 οικογένειες. Στην απογραφή του 1940 αριθμούσε 281 κατοίκους, ενώ το 2011 μόλις 12 κατοίκους. Το έτος 1955 το χωριό μετονομάστηκε από Παρσάς σε Μεταξοχώρι, προς τιμήν του ευκλεούς γεννήματός του, του αοιδίμου μεγάλου Πρωθιεράρχου Μελέτιου Μεταξάκη, ο οποίος αφού σπούδασε στα Ιεροσόλυμα διετέλεσε Μητροπολίτης Κιτίου στην Κύπρο (1910-1918), Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος (1918-1920), Οικουμενικός Πατριάρχης (1921-1923) και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής (1926-1935).
Ο ναός είναι διπλός καμαροσκεπής με δύο κλίτη, τα οποία εσωτερικά συνδέονται με χαμηλά τόξα επικοινωνίας. Το νότιο κλίτος είναι αφιερωμένο στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού και το βόρειο κλίτος στους Αγίους ενδόξους θεοστέπτους βασιλείς και ισαποστόλους Κωνσταντίνο και Ελένη. Η κεντρική θύρα στη νότια όψη κοσμείται με απλό λιθόγλυπτο πλαίσιο και στο υπέρθυρο είναι εγχάρακτη η ημερομηνία «1847, ΜΑΪΟΥ 6», χρονολογία ολοκλήρωσης των εργασιών ανέγερσης. Χαρακτηριστικό με λιτή ανάγλυφη διακόσμηση είναι και το οξυκόρυφο με διπλή καμπυλότητα υπέρθυρο τόξο. Με λιτό λίθινο πλαίσιο διακοσμείται και το παράθυρο στη νότια όψη, η οποία συμπληρώνεται με το περίτεχνο μονόλοβο κωδωνοστάσιο στο νοτιοανατολικό άκρο. Οι αετωματικές επιστέψεις είναι λιτές, χωρίς ιδιαίτερο διάκοσμο, και οι ανατολικές και δυτικές όψεις κοσμούνται με λιθόγλυπτους κυκλικούς ακτινωτούς φεγγίτες. Στις κόγχες του ιερού οι λίθινες φωτιστικές θυρίδες σχηματίζουν σταυρό, ενώ οι αετωματικές απολήξεις των ανατολικών και δυτικών τοίχων επιστέφωνται με λιτούς λίθινους σταυρούς. Στον ευρύχωρο αύλειο χώρο βρίσκεται και το Μνημείο των εκτελεσθέντων Μεταξοχωριτών από τα Γερμανικά στρατεύματα κατοχής τον Σεπτέμβριο του 1943.
Στο εσωτερικό εντυπωσιάζουν τα αριστοτεχνικά ξυλόγλυπτα τέμπλα, που έχουν κατασκευαστεί από επιδέξιο τεχνίτη, με βαθύ σκάλισμα και πολλές παραστάσεις, από τα σημαντικότερα δείγματα της ξυλογλυπτικής τέχνης των μέσων του 19ου αι. στην περιοχή. Οι περισσότερες εικόνες σε όλες τις ζώνες των τέμπλων είναι φιλοτεχνημένες από τον λαϊκότροπο αγιογράφο Ιωάννη Κρανιωτάκη από το Κράσι Πεδιάδος και αρκετές φέρουν διάφορες χρονολογίες 1858, 1862, 1864. Το εικογραφικό πρόγραμμα της πρώτης (κάτω) ζώνης ποικίλλει, με χαρακτηριστικές τις παραστάσεις στο βόρειο κλίτος των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού, του Μυστικού Δείπνου, του ιερού Νιπτήρος και του Αγίου Αντωνίου, και στο νότιο κλίτος παραστάσεις από την Παλαιά Διαθήκη, όπως οι παραστάσεις της πλάσης του Αδάμ και της θυσίας του Αβραάμ. Στον ναό διατηρείται και μία ενυπόγραφη φορητή εικόνα του Τιμίου Προδρόμου, έργο του Ηρακλειώτη αγιογράφου Ευάγγελου Μαρκογιαννάκη, ενός από τους σημαντικότερους αγιογράφους του όψιμου 19ου αι., η οποία είναι αφιέρωμα των γονέων του αοιδίμου Πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη και αναγράφει «Ευχή Χατζή Νικολάου Μαρίας Μεταξάκη, Γονέων, τέκνων Αδελφών».